«Γιώργο γεράσαμε!» σχολίασε το περασμένο καλοκαίρι, σαν τον επισκέφτηκα στο σπίτι του στο Πόρτο Χέλι, ο Τάσος Στάικος.
Είχαμε να βρεθούμε από κοντά κάποια χρόνια και η χαρά μου ήταν μεγάλη σαν τον είδα γερό και κοτσονάτο. «Αλλά, όπως είπε κάποιος φίλος μου, είμαστε τυχεροί γιατί κάποιοι άλλοι δεν πρόλαβαν να γεράσουν», συμπλήρωσε.
Δυστυχώς, από μέρους μου, δεν πρόλαβα να τον ξαναδώ…
Στην Ερμιονίδα, που επέλεξα ως πατρίδα της καρδιάς μου, μπορεί πλέον να μην κατοικώ αλλά έχω κάνει και διατηρώ μερικές πολύ καλές φιλίες, που κράτησαν, ανεξάρτητα αν εγώ έπαψα να είμαι ενεργός δημοσιογράφος. Γιατί ήσαν φιλίες καρδιάς και όχι συμφέροντος.
Χωρίς να θέλω να πληγώσω κανέναν από τους φίλους μου αυτούς, ο Τάσος κατείχε ανάμεσά τους την πρώτη θέση. Συνεργάτης ανιδιοτελής του ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ, από τον πρώτο καιρό της παρουσίας του ως μέσο ενημέρωσης και προβολής της Ερμιονίδας, έθεσε στη διάθεση της εφημερίδας την στιβαρή του πένα. Συνεχής και συνεπής η αρθρογραφία του, συνδύαζε τις μνήμες και τις ανθρώπινες ιστορίες με την αγωνία του για το μέλλον και την ανάπτυξη της περιοχής.
Πολύτιμο το υλικό – κατάθεση ψυχής – που βρίσκεται διάσπαρτο στα φύλλα της εφημερίδας και περιμένει την αποδελτίωση και αξιοποίησή του… Κάποια στιγμή, όπως οφείλω, πρέπει να το συγκεντρώσω σε σώμα.
Τάσο μου, δεν θέλω να γράψω κάτι παραπάνω. Δεν είναι τη στιγμής. Συγνώμη, μόνο, θέλω να σου ζητήσω που – εγωιστικά- πίστευα πως όποτε σε ψάξω θα σε βρω στο Χελάκι σου, που τόσο αγαπούσες. Δυστυχώς, αν και ήσουνα παλιός Μαρκόνης, δεν πήρα το σήμα σου την κατάλληλη ώρα. Τουλάχιστον για να σου φωνάξω: «Βάστα!»
Καλό ταξίδι, φίλε καλέ!
Γιώργος Ν. Μουσταΐρας
Η φωτογραφία είναι από το εξώφυλλο του ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ (αρ. φ. 393, 18-7-2001), που στις σελίδες 8 & 9 φιλοξενούσε άρθρο του με τον τίτλο:«Να προσέξουμε το Πορτοχέλι».