Αναμνήσεις νοσταλγικές άφησε πίσω του ο αιώνας που έφυγε, από τα παλιά Ερμιονίτικα καΐκια: Περήφανα σκαριά, τρεχαντήρια, ν’ αρμενίζουν με ολοφούσκωτα πανιά για τα μακρινά τους ταξίδια και να επιστρέφουν στον κόρφο της πατρίδας.
Αναφορές στους Ερμιονίτες καραβοκύρηδες έχουμε από τον προηγούμενο αιώνα, όταν μαζί με τους γείτονες Υδραίους και Σπετσιώτες διέσχιζαν τη Μεσόγειο, από τον καπετάν – Γιώργη Μήτσα, πατέρα των δύο ηρώων αγωνιστών του ’21, που αγκυροβολούσε μπροστά στον οχυρωμένο πύργο του – «κουλέ» – στα Μαντράκια, ως τον καπετάν-Γιώργη Μερκούρη (πατέρα του δημάρχου Αθηναίων Σπύρου Μερκούρη) με το «καρλάκι» (καϊκάκι) του.
Και κοντά σ’ αυτούς τα ονόματα των Αν.Πασαλάρη, Γ. Καραγιάννη, Β. Μπούρλα, Γ. Φασιλή – Τουτούνη, Γεώργ. Γκάτσου, Γιώργη Τέσση και άλλων που φτάνουν ως τις αρχές του αιώνα μας. Από τα καράβια τους όμως αυτά καμιά εικόνα δε σώθηκε, ξεχάστηκαν ως και τα ονόματά τους. Ώσπου, την εποχή του μεσοπολέμου, εμφανίζεται στον Πειραιά ο Αριστείδης Γλύκας.
Χιώτης στην καταγωγή (1870-1940), ο λαϊκός ζωγράφος με ιδιαίτερο ταλέντο στην απεικόνιση καραβιών, περιφέρεται στα λιμάνια της Χίου, της Ύδρας και κυρίως του Πειραιά, στέκεται στην αποβάθρα, σκιτσάρει το πλοίο και με την άδεια του ιδιοκτήτη το ζωγραφίζει με νερομπογιές (ακουαρέλα) σε απαλά χρώματα.
Έτσι σώθηκαν σε σπίτια της Ερμιόνης 10 υδατογραφίες του, που αξίζει να τις γνωρίσουμε.
Το ναυτικό στόλο της Ερμιόνης αποτελούσαν εμπορικά και σπογγαλιευτικά πλοία.
Τα «λαδάδικα»-«σιταράδικα» δε μετέφεραν μόνο το εκλεκτό λάδι της περιοχής μας στα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας φέρνοντας από κει μόνο στάρι, αλλά διακινούσαν παντός είδους εμπορεύματα σ’ όλο το Αρχιπέλαγος. Τα «σφουγγαράδικα» ξεκινούσαν την άνοιξη για τα παράλια της Β. Αφρικής φορτώνοντας 6 έως 10 βάρκες με το πλήρωμά τους (καραβοκύρηδες, ναύτες) και επέστρεφαν το φθινόπωρο για να πουλήσουν το πολύτιμο φορτίο τους. Η διάκριση βέβαια δεν ήταν απόλυτη. Τα σφουγγαράδικα τους χειμερινούς μήνες έκαναν και εμπορικά ταξίδια.
Ο τύπος τους συνήθως ήταν τρεχαντήρι,
«ταχύπλοο ιστιοφόρο, από τα πιο όμορφα σκαριά που αρμένισαν τη Μεσόγειο», με ένα ή δυο ιστούς και συνήθως τέσσερα ή πέντε πανιά: δύο-τρία τριγωνικά στην πλώρη (φλόκους) και δυο τραπεζοειδή στους ίσιους (μπούμες). Στη δεκαετία το ’30 σχεδόν όλα πρόσθεσαν και μια πετρελαιομηχανή που τη χρησιμοποιούσαν κατά περίπτωση, την οποία ο ζωγράφος Γλύκας υποδηλώνει με ένα ελαφρό κάπνισμά της. Ο Παντελής Μήτσου έχει ζωγραφίσει σε τοίχο Ερμιονίτικου σπιτιού αυτόν το χαρακτηριστικό τύπο δικάταρτου τρεχαντηριού με απλωμένα όλα του τα πανιά.
Η παλιότερη υδατογραφία του Αρ. Γλυκά (1924) απεικονίζει τον «Άγιο Γεώργιο», υδραίικο τρεχαντήρι αγορασμένο από τον Ιω. Τράκη, ενώ από τις τελευταίες του (1936) ο «Άγιος Ελευθέριος» του Ι. Αντωνίου περιήλθε αργότερα στην ιδιοκτησία των Γρηγόρη Γκάτσου και Γ. Κουτούβαλη.
Εμπορικά κυρίως ήσαν τα πλοία των αδελφών Αντώνη και Γαβρίλη Γεωργίου. Το πρώτο τους, ο «Άγιος Παντελεήμων», και το δεύτερο ο «Άγιος Νικόλαος», που συνέχισε και μετά την απελευθέρωση τα ταξίδια του.
Κατ’ εξοχής σφουγγαράδικα ήσαν τα καΐκια του Απόστ. Κατσογιώργη, πρώτα ο «Νικηφόρος», αργότερα η «Αγία Μαρίνα» που βυθίστηκε το 1949 από νάρκη έξω από την Αίγινα και το μεγαλύτερο ο «Μπαλαρμιώτης». Μετά τον πόλεμο, όταν σταμάτησε η σπογγαλιεία, έκανε συγκοινωνία μεταξύ Ερμιόνης και Πειραιά με κυβερνήτη τον Αντώνη Κατσογιώργη, που συνέχισε τη ναυτική σταδιοδρομία του πατέρα του, σαν ιδιοκτήτης μεγάλων σύγχρονων εμπορικών πλοίων.
Ιδιαίτερη περίπτωση ήταν το «Ερμιονίς» των Ιω. και Κων. Γιώργα. Σε διαγωνισμό του υπουργείου Οικονομικών (1920) επιλέχθηκε πρώτο για τη δίωξη του λαθρεμπορίου και σαν καταδιωκτικό υπηρέτησε ως το 1937.
Ο Διονύσης Οικονόμου (Νεότσιος) και ο γιός του Γιάννης ήσαν ιδιοκτήτες των «Άγιος Κωνσταντίνος» και «Πρόδρομος». Πολλοί Ερμιονίτες θυμούνται ακόμα την 1.2.1944, όταν αγγλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το λιμάνι της Ερμιόνης για να εμποδίσουν την επίταξη των ελλιμενισμένων πλοίων από τους Γερμανούς. Τότε βυθίστηκε και το «Άγιος Κωνσταντίνος». Τέλος, ο «Πρόδρομος» θα γράψει τον επίλογο της Eρμιονίτικης σπογγαλιείας με το τελευταίο του ταξίδι (1960) στην Μπαρμπαριά.
Ο Αρ. Γλύκας ζωγράφισε ακόμα τα σφουγγαράδικα «Άγιοι Πάντες» των Κων. και Μιχ. Οικονόμου (Κοτσιγκιώνη) και «Άγιος Νικόλαος» των Αντώνη, Μανώλη και Δημήτρη Νόνη, δυστυχώς όμως δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε τους πίνακες αυτούς.
Ήρα Φραγκούλη – Βελλέ
Δημοσιεύτηκε στο μηνιαίο περιοδικό «Ματιές στην Αργολίδα» (που επιμελείτο και εξέδιδε η συντακτική ομάδα του ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ), αρ. φύλ. 7, τον Δεκέμβριο του 2001